(...) Τα «Κάρμινα Μπουράνα», που η ονομασία τους σημαίνει «τραγούδια των Βενεδικτίνων», ανακαλύφθηκαν στο Αβαείο του Μπέουερν στις Βαυαρικές Άλπεις. Στην πλειοψηφία τους τα 1000 ποιήματα και τραγούδια, που τα αποτελούσαν ήταν γραμμένα σε μία μείξη λατινικών, γαλλικών και γερμανικών με την δημώδη ποίηση της εποχής και ήταν ανώνυμα. Όμως αυτά που ήταν στην λατινική γλώσσα ήταν γραμμένα από τον Πέτρο του Μπλουά, τον Φίλιππο τον Συγκελάριο και Ούγκο Πρίμας.
Η συλλογή του χειρόγραφου έγινε στο Νότιο Τυρόλο, σημείο όπου συναντιούνται ιταλικές και γερμανικές επιρροές. Τα ποιήματα μπορούν να χωρισθούν σε ηθικά, σατιρικά, ερωτικά, της ταβέρνας (του κρασιού και της χαρτοπαιξίας), δύο θρησκευτικά δράματα και υλικό από τα «Φραγκμέντα Μπουράνα», που προστέθηκαν αργότερα. Τα θέματα των ποιημάτων ήταν η ανθρώπινη διαφθορά, η πολιτική του κλήρου, την απώλεια της τύχης, συμβουλές για ιερείς και επισκόπους, και ακόμα επίκληση για μια Σταυροφορία. Ακόμα αναφέρονται στην διαφθορά και την κατάχρηση εξουσίας του κλήρου και την αναζήτηση των γήινων απολαύσεων. Πολλοί ισχυρίζονται ότι τα «Κάρμινα Μπουράνα» είναι επιφανειακά χριστιανικά, αλλά στην ουσία παγανιστικά.
Το πιο διάσημο από αυτά ήταν το «O Fortuna!» αφιερωμένο στην Θεά Τύχη των αρχαίων Ρωμαίων:
«Ω Τύχη,
Σαν το φεγγάρι
Αλλάζεις διαρκώς,
Πάντα γιομίζεις
Και πάντα μικραίνεις
Η επαχθής ζωή
Πρώτα καταπιέζει
Και μετά απαλύνει
Κατά τα γούστα της
Την φτώχεια
Και την εξουσία
Τις λιώνει σαν πάγο
Ω Τύχη! Τερατώδης
Και κενή
Ω εσύ σφαίρα που γυρίζεις!
Στέκεσαι κακόβουλη
Η ευδαιμονία είναι μάταιη
Και πάντα εκμηδενίζεται
Μυστηριώδης
Και με καλυμμένο το πρόσωπο
Με μαστίζεις και εμένα!
Τώρα με κόλπο
Φέρνω την γυμνή μου πλάτη
Στην δικιά σου κακία».
Ο Ορφ διάλεξε 25 από αυτά και αποφάσισε να συνεργασθεί με τον Τουίντενχοφ, ο οποίος είχε ξεκάθαρη ιδέα, πως η μουσική μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τους εθνικιστές για να δημιουργήσει μια αίσθηση κοινότητας. Ένας από τους τρόπους που επιτυγχανόταν αυτή ήταν η έμφαση στην μελωδία και η συχνή επανάληψη αυτής της μελωδίας. Κάτι που ισχύει ειδικά στο «O Fortuna!», όπου η βασική μελωδία επαναλαμβάνεται και από τα τέσσερα χορωδιακά μέλη (σοπράνο, άλτο, τενόρο και μπάσο). Τέλος θα έπρεπε οι ακροατές να καταλαβαίνουν με το πνεύμα και όχι με την λογική. Αυτό ενισχυόταν από την γρήγορη εναλλαγή ρυθμού.
Όσο αφορά την αίσθηση ιστορικής μνήμης και εθνικής περηφάνιας, τα «Κάρμινα Μπουράνα» συνδεόταν με τον γερμανικό λαό γιατί ως χειρόγραφα είχαν γραφεί και συλλεχθεί μέσα στα εδάφη της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ή αυτό που αποκαλείτο Πρώτο Ράιχ. Τα «Κάρμινα Μπουράνα» απεδείκνυαν ότι οι Γερμανοί ως κάτοικοι του Πρώτου Ράιχ ήταν μορφωμένοι και δημιουργικοί. Έτσι με μια παράσταση του έργου του Ορφ, αποδεικνυόταν ότι οι Γερμανοί διατηρούσαν τα ταλέντα των αρχαίων τους προγόνων. (...)